28-6-2021 Παρουσίαση του κινήματος FLUXUS από τον Βασίλη Καρκατσέλη

Τη Δευτέρα 28 Ιουνίου, στις 20.00 , διαδικτυακή παρουσίαση

από τον Βασίλη Καρκατσέλη για το FLUXUS, μέσω της πλατφόρμας ΖΟΟΜ.

 

Το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο της συνεχούς αγωνίας του για τη διερεύνηση των ορίων της φωτογραφίας  και τη σχέση της με τις άλλες τέχνες και πνευματικές ανησυχίες, τρία περίπου χρόνια πριν, αποφάσισε τη διερεύνηση και τη σχέση της με το αντισυμβατικό «κίνημα/κατεύθυνση» FLUXUS, με μία σειρά πολυεπίπεδων δράσεων.

Ανάμεσά τους και αυτή η παρουσίαση του Βασίλη Καρκατσέλη, ενός Θεσσαλονικιού δημιουργού που με το έργο του επί σειρά ετών, συνδέθηκε περιφερειακά με τις κατευθύνσεις που έθεσε το διεθνές αυτό «κίνημα» ή καλλιτεχνική στάση.

Η καραντίνα ακύρωσε τρεις φορές αυτή την παρουσίαση. Ήλθε όμως η ώρα της. «Κάλιο αργά παρά αργότερα».

Η πρόσβαση είναι ελεύθερη για το κοινό.

 

Στο πρώτο μέρος της παρουσίασης θα δούμε και θα συζητήσουμε ψήγματα από το έργο κάποιων γνωστών και αγνώστων δημιουργών που όρισαν την έως τα σήμερα πορεία του FLUXUS, ενός καλλιτεχνικού κινήματος/τρόπου ζωής, που πρέπει να προσεγγίζεται ως ιδέα και συμπεριφορά περισσότερο, να μελετάται ως ένα πείραμα που σηματοδότησε την πορεία της σύγχρονης τέχνης για κοινωνική αλλαγή, παρά σαν ένα κίνημα περιορισμένο σε στενά ιδεολογικά και χρονολογικά πλαίσια.

 

Στο δεύτερο μέρος ο Βασίλης Καρκατσέλης θα παρουσιάσει ένα μέρος από το έργο του, όπως το σύστησε όλα αυτά τα χρόνια στο κοινό της Θεσσαλονίκης και έχει σαφώς επηρεαστεί από αυτό το «κίνημα».

 

Όπως πάντα, θα ακολουθήσει συζήτηση.

Ο Βασίλης Καρκατσέλης είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.

 

 

Λίγα λόγια για το FLUXUS

Το 1963, ένας καλλιτέχνης με το όνομα Τζορτζ Μακιούνας (Georges Maciunas), προέβαλε μια κραυγή για ένα νέο κίνημα στην τέχνη, που θα ονόμαζε «Fluxus». («Fluxus» από τη λατινική λέξη «flux», που σημαίνει ροή, κίνηση, αλλαγή.)

Με τον όρο Fluxus (ελληνική ελεύθερη απόδοση: Φλούξους) εννοείται το διεθνές καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε κατά τις δεκαετίες των 1960 και 70, το οποίο χαρακτηρίστηκε από την ανάμιξη πολλών διαφορετικών μορφών της τέχνης, από τις εικαστικές τέχνες μέχρι τη μουσική, το σχέδιο, τη λογοτεχνία και τις δράσεις.

 

Όπως πολλοί από τους πρωτοπόρους και τους συνομηλίκους του, επέλεξε να γνωστοποιήσει τους στόχους για την ίδρυση αυτής της ρέουσας προσπάθειας περί "Συνύπαρξης ζωής και όλων των Τεχνών", με τη μορφή ενός μανιφέστου.

Το έγγραφο ήταν το ίδιο ένα ιδιαίτερο έργο τέχνης, αποτελούμενο από διάφορους λεξικούς ορισμούς της λέξης «flux», ακολουθούμενο από χειρόγραφες σημειώσεις που επεκτάθηκαν στις διάφορες έννοιες του.

Στην εισαγωγική διευκρίνηση του μανιφέστου ορίζει τη ροή ως εκκαθάριση,  ως ένα ποτάμι που με την ορμητικότητά του θα παράσχει τη δυνατότητα να ξεπλυθεί η «κόπρος του Αυγεία.

Ο Μακιούνας έγραψε: «Καθαρίστε τον άρρωστο κόσμο των αστών. Καθαρίστε τη « διανοητική », επαγγελματική και εμπορευματοποιημένη κουλτούρα. Καθαρίστε τον κόσμο της νεκρής τέχνης, της απομίμησης, της τεχνητής τέχνης, της αφηρημένης τέχνης, της ψευδαίσθησης τέχνης, της μαθηματικά προγραμματισμένης τέχνης,  PURGE THE WORLD OF «EUROPANISM»!

 

Ιστορικά

Το κίνημα του Fluxus γεννήθηκε στη Γερμανία με επίκεντρο και αρχική ψυχή το Λιθουανό καλλιτέχνη Μακιούνας, ο οποίος το Σεπτέμβριο του 1962 ξεκίνησε οργανώνοντας μία συναυλία σύγχρονης μουσικής υπό τον γενικό τίτλο Fluxus Internationale Festspiele neuester Musik. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε και την καθοριστική αρχή ενός ευρύτερου πρωτοποριακού καλλιτεχνικού ρεύματος, που σύντομα αναδείχθηκε με όλα τα διαθέσιμα εκφραστικά μέσα. Οι καλλιτέχνες της ομάδας δεν παρουσιάζουν κάποια κοινά υφολογικά στοιχεία αν και συνολικά το κίνημα του Φλούξους θεωρείται πως συγγενεύει, επηρεάστηκε ή έλκει την καταγωγή του από τον προϋπάρχοντα ντανταϊσμό, το Ρώσικο Φουτουρισμό, τον Ντυσάν (Marcel Duchamp), έχει αναφορές στους ηχητικούς πειραματισμούς του Κέιτζ (John Cage), τη συγκεκριμένη μουσική (concrete music), και στη φιλοσοφία του Ζεν.

Οι περισσότερο ενεργές περίοδοι δράσης του κινήματος θεωρούνται οι δεκαετίες 1960 και 1970. Ήταν μία εποχή με έντονη κοινωνική επαναστατικότητα και πολιτικοποίηση. Ήταν η εποχή της αντίστασης ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, η διεκδικούμενη αναγνώριση της ισότητας για τους μαύρους, τις γυναίκες και τις κάθε είδους μειονότητες, ο εκδημοκρατισμός της παιδείας, η ολοκλήρωση της αποαποικιοκρατίας. Τι πιο φυσικό να ζητήσουν και οι δημιουργοί την ελευθερία τους από τη σκλαβιά της «Αφαίρεσης», του «Μοντερνισμού» και της «Τέχνης για την Τέχνη» (τέχνη μόνο για όσους δήθεν γνωρίζουν και μπορούν να αγοράζουν, μίας τέχνης που επέβαλαν τα μεγάλα δίκτυα παραγωγής, προώθησης και εμπορίας έργων τέχνης, των μουσείων συμπεριλαμβανομένων και των δήθεν ειδικών ή θεωρητικών υπαλλήλων τους).

Σε αυτό το πλαίσιο και η εγγενής ασέβεια του FLUXUS που ήταν εναρμονισμένη με την ανερχόμενη «αντικουλτούρα» της δεκαετίας του 1960.

 

Κατάργηση της απόστασης μεταξύ των τεχνών και του κοινού

Σε αυτό το διάστημα και έκτοτε, οι καλλιτέχνες του Φλούξους παράγουν πλήθος καινοτόμων έργων αλλά και οργανώνουν Performances, Happenings, εκθέσεις και δημόσιες εκδηλώσεις (Fluxus Events, Fluxconcerts, Fluxfests), σκοπός των οποίων είναι η κατάργηση της απόστασης μεταξύ των τεχνών, του κοινού και των ίδιων των καλλιτεχνών μεταξύ τους.

Σκοπός τους ήταν και παραμένει να καταργήσουν τα όρια μεταξύ τέχνης και ζωής, και κατ' επέκταση, σε δεύτερο επίπεδο, τα όρια μεταξύ των μορφών τέχνης, ενθαρρύνοντας έτσι την ανάμειξη διαφόρων πρακτικών. Για να πολλαπλασιάσουν τις δυνατότητες βίωσης των εμπειριών της εμπλοκής ζωής, κοινού και δρώντων δημιουργών αυτές οι μορφής "εκδηλώσεών" συχνά παίρνουν τη μορφή παρέμβασης στο δημόσιο χώρο, αναμένοντας και την ενεργό συμμετοχή του κοινού.

Αν και το Φλούξους μοιάζει να δραστηριοποιείται κυρίως σε Νέα Υόρκη, Γερμανία και Ιαπωνία, στην πραγματικότητα άνθησε διαχρονικά σε διάφορα μέρη του κόσμου, καθώς συσπείρωσε, μέσω μιας χαλαρής οργάνωσης, ανθρώπους που μοιραζόταν κοινές ιδέες και οράματα για την τέχνη και τη ζωή, χωρίς ποτέ κανείς να γνωρίζει τι ακριβώς είναι το Fluxus και χωρίς ποτέ να γίνει προσπάθεια να οριστούν αρχές και προγραμματικοί στόχοι.

Στο πλαίσιο αυτής της υπέρμετρης ελευθερίας του δημιουργού, αξίζει να αναφέρουμε το πως προετοιμάζονταν αυτές οι συναυλίες και διαδίδονταν στα πέρατα του κόσμου, με τη μορφή της τέχνης που ταχυδρομείται.

Σε δήθεν παρτιτούρες οι "μουτζούρες" ή οι γραμμές αντιπροσώπευαν ήχους που θα αναπαρήγαγε κατά το δοκούν ο νέος εκτελεστής με οτιδήποτε μπορούσε να παράγει ήχο. Τις συνόδευαν οδηγίες του τύπου "φτέρνισμα" με τόση διάρκεια, "κραυγή απόγνωσης", "βήχας" κτλ.

 

Άρνηση της τέχνης - Αντιτέχνη

Το κίνημα προσέλκυσε, όπως αναφέρθηκε, μια χαλαρά συνδεδεμένη, διεθνή ομάδα καλλιτεχνών, σχεδιαστών, ποιητών, εικαστικών και μουσικών που αγκάλιασαν εύκολα μια από τις κεντρικές αρχές του FLUXUS: Το πάντρεμα της τέχνης και της ζωής.

Στο μανιφέστο του, ο Μακιούνας περιέγραψε το έργο που θα προέκυπτε από αυτήν την ενοποίηση τέχνης και ζωής ως «ζωντανή τέχνη, αντι-τέχνη… ως ΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ". Ήταν ο μόνος τρόπος «να μπορεί να κατανοηθεί πλήρως από όλους τους λαούς και όχι μόνο από τους κριτικούς, τους ειδικούς και τους επαγγελματίες της τέχνης».

Ενώ μπορεί να είναι υπερβολική η δήλωση ότι "το κίνημα Fluxus έφερε επανάσταση στον κόσμο της τέχνης ή στον πραγματικό κόσμο" με τους τρόπους που ο Μακιούνας το ζήτησε στο μανιφέστο του, είναι σίγουρο πως το FLUXUS βοήθησε να αλλάξουν ριζικά οι αντιλήψεις όλων μας για το τι θα μπορούσε να είναι η τέχνη.

Με το έργο τους, οι καλλιτέχνες του Fluxus προωθούσαν την τέχνη πολύ έξω από τους κυρίαρχους της «τέχνης» χώρους, όπως οι εμπορικές γκαλερί και τα μουσεία, πολύ μακρύτερα από το τι «έπρεπε» κατ αυτούς να θεωρείται τέχνη.

Το δίκτυο του Fluxus απαρτιζόταν από εικαστικούς, μουσικούς, συνθέτες, κινηματογραφιστές, αρχιτέκτονες, λογοτέχνες και θεωρητικούς. Κάποιοι από τους σημαντικότερους εκπροσώπους ήταν οι George Brecht, Joseph Beuys, Robert Filliou, Dick Higgins, Nam June Paik, La Monte Young, Yoko Ono, Ben Vautier, Wolf Vostell κ.ά. Ο καθένας τους ήταν μία ξεχωριστή προσωπικότητα, με δική του γλώσσα έκφρασης και μορφή στα έργα του, με διαφορετικούς "κεντραρισμένους" στόχους/περιεχόμενα(πέραν των βασικών "αρχών"), πράγμα επιτρεπτό καθώς δεν υπήρχαν οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές για τη συμμετοχή στο γενικό ΠΝΕΥΜΑ FLUXUS.

Η αποστροφή τους για το κατεστημένο και τις συμβάσεις της καθιερωμένης τέχνης, η αποστροφή τους για την εμπορευματοποίηση και τον ελιτισμό της τέχνης της εποχής ήταν αυτό που ένωνε τόσους πολλούς καλλιτέχνες από διάφορες μορφές και είδη τέχνης, γι αυτό και με τόσες ξεχωριστές «γραφές».

Είναι αυτή η πορεία δίχως «πρέπει» και συγκεκριμένες φόρμες ταυτοποίησης ενός έργου ως έργο τέχνης, που συνέτεινε τόσο πολύ στην απελευθέρωση των δημιουργών (από τη σκλαβιά του εμπόρου και της υποχρέωσης δημιουργίας έργου πολύτιμου προς εμπορία). Είναι αυτή η ελευθερία που απέφερε έργα τα οποία ορίζουν το Fluxus ως ένα από τα πιο ανατρεπτικά κινήματα, από τα πιο πρωτοποριακά στον τομέα άρνησης της τέχνης.

Το πνεύμα της εξέγερσης του Fluxus συμπεριελάμβανε  (αν και είναι λάθος να μιλάμε σε χρόνο αόριστο) πράξεις και έργα εναντίον της εμπορικής αγοράς τέχνης, του ελιτισμού και των τυποποιημένων συμβάσεων μεταξύ τέχνης και κοινωνίας. Αυτή είναι μία ιδιαίτερη παράμετρος που δεν πρέπει να ξεχνάμε.

Η απόδραση από τον συναυλιακό χώρο και τις γκαλερί με ταυτόχρονο άπλωμα στον ανοικτό και με ελεύθερη πρόσβαση υπαίθριο δημόσιο χώρο, προϋποθέτει και άλλες βασικές αλλαγές στο έργο τέχνης/αντι-τέχνης, δηλαδή η λειτουργία αυτού του ΑΝΤΙ απαιτεί και νέες φόρμες έκφρασής του για την ποθούμενη ολοκλήρωση της δημιουργίας.

Είναι αυτή η αρχή βάσει της οποίας πρέπει να βλέπουμε, να διαβάζουμε και να καταλαβαίνουμε γιατί τα έργα του Fluxus στοχεύουν κατά βάση και στην πρόκληση του θεατή, που μέχρι τότε αρέσκονταν να θαυμάζει τα όμορφα έργα, ιδιαίτερα όταν αυτά πασπαλιζόταν με ιστοριούλες ή θεωρητικούς βερμπαλισμούς από πληρωμένους κονδυλοφόρους.

Για αυτή την επαφή τους με τον «απλό θεατή» εξερεύνησαν την κοινοτοπία της καθημερινότητας, και προσέγγισαν την τέχνη σα διαδικασία και χειρονομία περισσότερο, χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε διαθέσιμο μέσο.

Σε αυτό το πλαίσιο, καθιέρωσαν στο χώρο μιαν απλότητα που εκφράστηκε και μέσα από έργα μικρά και ευτελή, δράσεις εφήμερες και μπανάλ, κείμενα λιτά και περιεκτικά.

 

Για το Εφήμερο

Τα happening, οι χαοτικές συναυλίες θορύβων (δίχως παρτιτούρες), τα έργα, τα κιβώτια "αποθυσαύρισης", τα αντικείμενα, τα βιβλία και ότι φτιάχνουν οι Φλουξίστες για να μοιραστεί ή ταχυδρομηθεί, καταλαβαίνουμε πως έχει το χαρακτήρα έργων δίχως "υπαρκτότητα", έχουν το χαρακτήρα του εφήμερου έργου. Και αυτός είναι ένας νέος όρος που εισάγεται από το Fluxus στον χώρο της τέχνης ή μάλλον της αντιτέχνης.

Το έργο υπάρχει όσο διαρκεί η βίωσή του. Μετά, πάει, χάθηκε! Δεν έχει λόγο να υπάρχει.

Όλα πρέπει να συντελούνται στο παρόν. Η βίωση ενός έργου, η ανάπτυξη διαλόγου με ή πέριξ αυτού και ότι άλλο, είναι κάτι που πρέπει να συντελείται μπροστά στο έργο κατά τη διάρκεια της εφήμερης παρουσίας του στους καλπάζοντες ρυθμούς της ζωής. Ή τώρα ή άνευ λόγου.

Το έργο που σοκάρει δεν θα έχει τίποτε να πει σαράντα χρόνια μετά. Το έργο που σκορπίζεται στο δρόμο δεν έχει λόγο να αναρτηθεί κάποτε στον τοίχο. Η φωτογραφία μιας δράσης ή ενός happening αν θα έχει κάτι να πει, θα είναι μόνο για τους παρόντες, θα έχει κάτι να θυμίσει μόνο σε αυτούς που βιώσανε το σοκ και ενεπλάκησαν της δράσης.

Τα έργα βιώνονται μόνο στο "εφήμερο τώρα" τους.

Ακόμη και αν οι "συσκευασίες" υλικών, αρχείων, φωτογραφιών ή αντικειμένων αφορούν στοιχεία ενός παρελθόντος, έχουν μόνον ένα λόγο ύπαρξης, την απεύθυνση στο εφήμερο παρόν, μέσω της συσκευασίας σε ένα κουτί ή μία βαλίτσα.

Η ανάγκη να καυτηριαστούν τα κακώς κείμενα στο χώρο της τέχνης, οδηγούσε πολλές φορές στην κυριαρχία ενός έντονου, σχεδόν καυστικού χιούμορ ή ακραίων πειραματισμών. Έτσι τα ανεπίσημα, αυθόρμητα και συχνά εφήμερα κομμάτια τους δεν ήταν μόνο δύσκολο να συλλεχθούν και να κωδικοποιηθούν. Μερικές φορές ήταν δύσκολο ακόμη και να αναγνωριστούν ως έργα ή αντικείμενα τέχνης.

Το ότι αργότερα, όπως συμβαίνει συχνά στη ζωή, τα μουσεία και οι γκαλερί τελικά ανακάλυψαν τη δουλειά των φλουξίστας, εξασφάλισαν κάποια ελάχιστα κομμάτια και τα ενέταξαν στις συλλογές τους προκειμένου να δείχνουν ενήμερα, δεν αλλάζει τη στάση και τις αρχές του Fluxus.

Συσκευασίες και κουτιά

Δύο λόγια και για τις συσκευασίες -κουτιά.

Πέραν των εφήμερων δράσεων, οι καλλιτέχνες του Fluxus επιδόθηκαν στη δημιουργία πρωτότυπων εκδόσεων και ανθολογιών, video-art και στην κατασκευή αντικειμένων-κουτιών που ονόμαζαν Fluxkits.

Αυτά λειτουργούσαν ως μικρές συλλογές από ετερόκλητα αντικείμενα, όπως παιχνίδια, κάρτες, αφίσες και τραπουλόχαρτα, τυπωμένα ευφυολογήματα, παρτιτούρες, αναπαραγωγές έργων τέχνης, objets trouvés κ.ά., και τα αντάλλασσαν σε μεγάλο βαθμό με τη μέθοδο της ταχυδρομικής τέχνης (mail art), που οι ίδιοι καθιέρωσαν.

Η ιδέα πίσω από το Fluxkit είναι να συμπυκνωθούν σε ένα μικρό κουτί αντικείμενα που προέρχονται από διαφορετικά πεδία της τέχνης αλλά και της καθημερινής εμπειρίας. Να κατέβει το έργο από τον τοίχο και να τεθεί στο τραπέζι προς εξερεύνηση από το κοινό, το οποίο μπορούσε να βγάλει τα αντικείμενα από το κουτί και να τα περιεργαστεί.

Σήμερα,

πολλοί από τις νεότερες γενιές καλλιτεχνών  συνεχίζουν να δημιουργούν το έργο τους βασιζόμενοι στην ελευθερία που το κίνημα πρότεινε και σε δεύτερο χρόνο εισήγαγε στην τέχνη.

 

To FLUXUS με έμαθε:

Να μην αγωνιώ για το ποιος είμαι, αφού μπορεί να είμαι ταυτόχρονα όχι μόνο πολλά πράγματα, αλλά και εδώ και εκεί.

Με βοήθησε να καταλάβω πως, παρά τη σκληρότητα που εμπεριέχεται σε μία ηθελημένη θέση ΕΚΤΟΣ, είναι αυτό που χρειάζομαι για ν αποφασίσω να κινούμαι ελεύθερος. Για να έχω την όποια Ελευθερία απαιτείται, ώστε να παραμένω εκτός των απαιτήσεων, των ορίων ή των δεσμεύσεων της Αγοράς ή έστω να καταφέρω να υφίσταμαι παράλληλα αυτής και της εκάστοτε «Επίσημης Τέχνης».

Μου πιστοποίησε πως η ενασχόληση με την τέχνη, όταν δεν είναι επάγγελμα (για την επιβίωση) μπορεί να είναι και παιχνίδι, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Με βοήθησε να απορρίψω το «περιτύλιγμα της πολυτιμότητας» ενός έργου (πχ βαρύτιμη κορνίζα) και να αναπτύξω τη θεωρία του «τεχνικά και αισθητικά μη άρτιου έργου», αυτού που ονόμασα «ανοικτό έργο», το έργο που δεν κραυγάζει την μοναδικότητα του «θεού δημιουργού» του, αλλά προκαλεί συνέργειες και στέλνει στο εργαστήριο τους συναδέλφους δημιουργούς που κατάφεραν να «μιλήσουν» μαζί του, να πραγματοποιήσουν την «καλλίτερη συνέχειά» του.

Με δίδαξε πως καμία σοβαρότητα δεν είναι αναγκαία για να πορευτείς στους δαιδαλώδεις τόπους της ζωής. Καμία αναγνωρισημότητα ή πατεντάρισμα καλλιτεχνικής γραφής δεν είναι απαραίτητο για τη συνύπαρξη στον εκάστοτε τόπο και χρόνο.

Μου υπενθύμισε και μετέτρεψε σε βεβαιότητα πως, η μοναξιά του καλλιτέχνη και η απομόνωση στο «γυάλινο πύργο» του, με σκοπό μόνο τη δημιουργία και προβολή του έργου του, είναι μία ψυχοπαθολογική κατάσταση, που μόνο προβλήματα προκαλεί στον κόσμο (εσωτερικό και εξωτερικό). Ο δημιουργός ήταν και είναι τέκνο της εποχής και της κοινωνίας εντός της οποίας δραστηριοποιείται.

Από εδώ προέκυψε και η λειτουργία μου μέσω του ΦΚΘ και το σύνθημα «προχωρούμε μαζί με το κοινό μας», σύνθημα που τροφοδότησε τις άπειρες ενέργειες με φορείς «παντού και όποτε μας ζητήθηκε».

Βασίλης Καρκατσέλης