2/11-17/11, Eκθεση του Δημήτρη Συμεωνίδη με τίτλο: "Tοπία Kινηματογραφιστών". Στην αίθουσα Tέχνης του Δήμου Kιλκίς. Σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Kινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

«ΤΟΠΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΣΤΩΝ»


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ 
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. 
Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο ΑΠΘ. 
Παρακολούθησε μαθήματα φωτογραφίας σε ΝΕΛΕ, κατόπιν στη Φωτογραφική Ομάδα Τριανδρίας. Συμμετείχε σε σεμινάρια ιδιωτικών εταιρειών με θέμα την Φωτογραφία και την Τέχνη γενικότερα. 
Έλαβε μέρος με ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε χάπενινγκς και διαφόρων μορφών εκδηλώσεις. 
Φωτογραφίες του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Το 1996 κυκλοφόρησε το λεύκωμα: Τοπία Κινηματογραφιστών. 
Ζει και εργάζεται στην Θεσσαλονίκη.

Τοπία Κινηματογραφιστών 
Έναν αιώνα μετά την εμφάνιση της κινούμενης εικόνας, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο Συμεωνίδης τολμά να παγώσει ξανά την κίνησή της, να σταματήσει τη ροή του ρέοντος σχετικού της χρόνου και να τον φέρει, από το συνεχές και απείρως επαναλαμβανόμενο παρελθόν, στο παγωμένο μέλλον. 

Ο κινηματογράφος που μετέτρεψε τα πάντα σε τεχνική αναπαραγωγή και έστησε σε σκηνικά την ίδια τη ζωή, γίνεται τώρα ο ίδιος ένα, στο δικαίωμα για δημιουργία μίας παλαιότερης από αυτόν τέχνης, της φωτογραφίας. Η «πραγματικότητα» που αυτός μας παρουσίασε, αποτελεί την πρώτη ύλη για την κατασκευή μίας νέας και μάλλον αρκετά διαφορετικής, το ίδιο υποκειμενικής. 

Χωρίς τη γκιλοτίνα του χρόνου στο κεφάλι τους, χωρίς μουσική, διαλόγους, τίτλους, ονόματα και ότι άλλο ορίζουμε ότι αποτελεί συστατικό του σινεμά, οι φωτογραφίες μετατρέπουν τον κινηματογραφικό χώρο σε κάτι άλλο, τελείως αυτόνομο. Οι φιλμικές εικόνες καθώς ελευθερώνονται από τα βαριά δεσμά της αλληλουχίας μετατρέπονται σε χειροπιαστές φωτογραφίες με δικούς τους νόμους, υπακούουν σε αλλιώτικους κανόνες και νέες αισθητικές αξίες. 

Το αυθαίρετο του κάδρου, η απώλεια της ευκρίνειας, η συνύπαρξη εικόνων, που ποτέ δεν φαντάστηκαν ότι θα μπορούσαν έτσι να υπάρχουν, και τα εξωπραγματικά και καθόλου καθησυχαστικά έντονα χρώματα, συντηρούνται από το ίδιο κοινό εσωτερικό φως, που έτσι σα μελωδία υπόγεια, αλλά σκληρά ανατρεπτική, έρχεται να μας μιλήσει για το δικαίωμα του καλλιτέχνη να θέτει ερωτηματικά και να επαναπραδιαπραγματεύεται τα πάντα, ακόμα και την ίδια την τέχνη.

Αυτή η «τέχνη από την τέχνη» φέρνει στο προσκήνιο με τον τρανότερο τρόπο το δικαίωμα (;) του κάθε θεατή, να εκλαμβάνει και μετατρέπει το κάθε μήνυμα που φτάνει σ’ αυτόν, κατά πως του ταιριάζει κατά πως έχει ο ίδιος ανάγκη. Στην ουσία δηλαδή, αυτή η μετά -τέχνη μας τοποθετεί απέναντι στο πρόβλημα -δικαίωμα της αυθαίρετης ερμηνείας του ανείπωτου με ένα νέο αντικείμενο, έρμαιο και αυτό. 

Βασίλης Καρκατσέλης